ΤΑ ΓΕΦΥΡΙΑ ΚΑΙ Η ΠΑΛΗ ΤΟΥΣ ΜΕ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΄΄ΙΑΝΟ΄΄
Του Γεωργίου Αθ. Κλήμου
Έκπληξη θεωρήθηκε η μανία της φύσης τού περυσινού τριήμερου, 17-19 Σεπτέμβρη, με την έντονη βροχόπτωση και την πρόκληση των μεγάλων καταστροφών στο ζωικό κεφάλαιο, καλλιέργειες και υποδομές του Νομού μας. Μια ηπειρώτικη όμως παροιμία, άλλα μας θυμίζει: ΄΄ Ο Σεπτέμβρης, γιά γεφύρια παρασέρνει, γιά πηγές πά’ και στερεύει ΄΄. Δηλαδή, αν τύχει κι είναι βροχερός, φέρνει καταστροφές. Αν τύχει όμως κι είναι ξηρ’κός, τότε πάνε πια οι πηγές, στερεύουν.
Γεφύρια είναι κατασκευές που έχουν σκοπό να αποκαταστήσουν την επικοινωνία, κατά κανόνα, ανάμεσα σε δύο απέναντι όχθες ποταμών ή βαράθρων. Για τη σύζευξη αυτή, μέσα από πορεία εκατονταετιών, μας παραδόθηκαν αξιόλογα δημιουργήματα βασιζόμενα στην εμπειρία σπουδαίων μαστόρων του παρελθόντος και ιδία αυτή των αποκαλούμενων αρχιμαστόρων.
Ενδιαφέρον προκαλεί η ονομασία των, που τα περισσότερα φέρουν το τοπωνύμιο της θέσης που βρίσκονται, το όνομα του κατασκευαστή τους και οι πολλοί θρύλοι που συνοδεύουν την κατασκευή τους.
Γέφυρες στην περιοχή μας και ιδιαίτερα σ’ αυτή του τέως Δήμου Ιτάμου κατά καιρούς υπήρξαν πολλές. Ξεκινώντας από τις πιο απλές: τη ζεύξη (ένωση των δύο απέναντι πλευρών) του ποταμού με ξύλινους δοκούς ιδίως για ατομική χρήση κάποιας οικογένειας. Ένα δείγμα αυτών, το ξύλινο γεφύρι στη θέση Κάτω Ρέμα της Ραχούλας, που φτιάξαμε μαζί με τον πεθερό μου, Ηλία Ζαχαρή, με μάστορα τον συγγενή του, Νίκο Ζαχαρή, δεν υπάρχει πια. Το έφαγε ο ΄΄Ιανός΄΄. Μια φυσική ομορφιά του τοπίου εκλείπει και το πέρασμα των ζώων σε περιόδους έντονης βροχόπτωσης στην αντίπερα όχθη είναι πια ακατόρθωτο.
Τα δεύτερα, που αποτελούν και την πλειοψηφία τους, γνωστά ως τοξωτά γεφύρια που η κομψότητά τους θαυμάζει, η πολιτεία τα έχει ανακηρύξει ως ιστορικά διατηρούμενα μνημεία. Υλικά για την κατασκευή τους τα γνωστά από τη φύση: πέτρα, ξύλο, άμμος και ασβέστης.
Την απώλεια ενός τέτοιου γεφυριού, αυτό της θέσης Γάβρα Καταφυγίου- Καστανιάς, ως είδος θρήνου, για την οριστική απώλειά του, γράφαμε πέρυσι σε φύλλο της εφημερίδας που μας φιλοξενεί : «Δυστυχώς ΄΄ εμαρτύρησε ΄΄ μέσα σε μια νύχτα παλεύοντας με τα στοιχεία της Φύσης χωρίς να τα καταφέρει, χωρίς κανείς να του συμπαρασταθεί και να του συμπονέσει». Φωτογραφικό υλικό από τα δύο ως άνω γεφύρια παραθέτουμε καθαρά από συναισθηματικούς λόγους.
Ωστόσο δεν ήταν τα μόνα γεφύρια που γνώρισαν τη μανία του νερού στην περιοχή. Καταστράφηκε η Γέφυρα στα Κανόνια (διακλάδωση προς Καταφύγι – Καστανιά κλπ.) που συνδέει την πόλη μας με το Φράγμα της Λίμνης Πλαστήρα και που ήταν ιδιαίτερα δαπανηρό για την αποκατάστασή του. Από το δίτοξο πέτρινο Γεφύρι στης Συκιάς το Ρέμα, παρά τη Σέκλιζα, σώζεται μόνο το κουφάρι του, ενώ εξαφανίστηκε και η Γέφυρα Αμπελικού και η επικοινωνία των κατοίκων του γίνεται μέσω Σέκλιζας. Αυτά για να περιγράψουμε το μέγεθος της καταστροφής και τον όγκο νερού που έριξε στον τέως Δήμο Ιτάμου!
Τα γεφύρια πέρα από τη δυσκολία κατασκευής των έχουν έναν μεγάλο εχθρό το νερό που κυλάει από κάτω τους. Υπάρχει μια αέναη πάλη ανάμεσά τους που εντείνεται ιδίως σε περιόδους έντασης των καιρικών φαινομένων. Μια πάλη που ποτέ δεν λέει να εκλείψει, όπως συμβαίνει και στη θάλασσα ανάμεσα στο βράχο και το κύμα.
Την υπερβολική δύναμη του νερού στο πέρασμά του την έχουμε από τα μυθικά μας χρόνια. Αρκεί να θυμηθούμε την κόπρο του Αυγεία. Την κοπριά που είχε συγκεντρωθεί στους τεράστιους στάβλους του βασιλιά της Ήλιδος, Αυγεία, στην Πελοπόννησο με τα 3.000 βόδια. Ο Ηρακλής στρέφοντας στην περιοχή τα νερά τού Πηνειού και του Αλφειού (κατ’ άλλους μόνο του Πηνειού) ό,τι δεν κατόρθωσαν οι εκατοντάδες εργάτες του σε πορεία χρόνων, την καθάρισε σε μια ημέρα πετυχαίνοντας τον 5ο του άθλο.
Το ακαταμάχητο του νερού μάς το εξιστόρησε και ο γνωστός μας ποιητής, με αγραφιώτικη από τους προγόνους του καταγωγή, τη Βελαώρα Ευρυτανίας, Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824-1879), στο ωραίο σε στίχους δημοτικού τραγουδιού, ποίημά του, ΄΄ Ο βράχος και το κύμα ΄΄ .
- «Μέριασε, βράχε, να διαβώ», το κύμα ανδρειωμένο,
Λέγει στην πέτρα του γιαλού θολό, μελανιασμένο.
«Μέριασε!....»
Βράχε, θα πέσεις έφτασεν η φοβερή σου ώρα. ...
Μέριασε βράχε να διαβώ! ....εξύπνησα λιοντάρι ...
- «Κύμα, τι θέλεις από με και τι με φοβερίζεις;
- «Βράχε, με λεν Εκδίκηση ....επέρασε η γαλήνη...
Ο βράχος εβουβάθηκε. Το κύμα στην ορμή του
εκαταπόντισε με μιας το κούφιο το κορμί του.
Στο ποίημά του ο ποιητής δεν ήθελε τίποτ’ άλλο παρά να εκφράσει τη βαθιά του πίστη πως το κύμα, η Ελλάς, δεν μπορεί παρά στην ορμή του θα παρασύρει το βράχο του, Οθωμανούς, και πως σύντομα θα διαγράψει την εθνική του πορεία. Έγραφε τότε, 1863, ο ποιητής στους Κερκυραίους: «Δικαιούται λοιπόν και τώρα η δημοτική ποίησις, η φιλόστοργος αυτή αδελφή και συμμέτοχος των δεινών τού ελληνικού έθνους παθημάτων, δικαιούται να συμμεθέξει και του σημερινού αγώνος».1 Αυτά για να συνδέσουμε το ποίημά μας με τα 200 χρόνια της ελληνικής ανεξαρτησίας.
Έργο μας, λοιπόν, και υποχρέωση της ανθρώπινης κοινωνίας, που εννοείται για την προστασία αυτών και της επικοινωνίας των δημιουργήθηκαν, ήταν και είναι η προστασία των και η διάσωσή των μέσα από τις τοπικές κοινότητες που τις εξυπηρετούν, τους περιφερειακούς δήμους των ή και του ίδιου του κράτους. Αδιαφορία ή αμέλεια δεν δικαιολογείται. Τα δεδομένα πια τα έχουμε. Η κλιματική κρίση είναι πια ορατή και μας κτυπά την πόρτα μας. Η δύναμη του νερού δεδομένη από την περυσινή χρονιά με την εμφάνιση του μεσογειακού κυκλώνα ΄΄ Ιανού ΄΄ και τα καταστροφικά αποτελέσματα που επέφερε στην περιοχή μας και στην πόλη μας.
Τελειώνοντας δεν μπορώ να παραλείψω και να μην αναφέρω και τη μεταφορική της έννοια της λέξης, αυτή της ένωσης – επικοινωνίας αντιμαχόμενων μερών. Χτίζουμε και διατηρούμε γέφυρες και όχι τοίχους.
1. Επιστολή προς τον αξιότιμον πρόεδρον του εν Κερκύρα Πολιτικού Συλλόγου «Η Αναγέννησις», Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, διαδίκτυο.