Ο ΜΑΡΞ ΚΑΙ Ο ΑΡΧΑΙΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ 17.6.2016
Νομίζω ότι, για κάθε άνθρωπο, υπάρχει μία περίοδος της ζωής του με ιδιαίτερα έντονες συγκινήσεις και βιώματα που τον σημάδεψαν. Για μένα είναι η περίοδος 1942 – 1944, στη καρδιά της κατοχής και της αντίστασης. Χρόνια συγκλονιστικά, χρόνια εφηβικά και αξέχαστα. Ιταλοί κατακτητές στην Καρδίτσα, Γερμανοί στη συνέχεια, Ελεύθερη Ελλάδα στα βουνά των Αγράφων, αντάρτες, συγκρούσεις με τους κατακτητές, αντίποινα σε βάρος του πληθυσμού.
Τα σχολεία λειτουργούσαν με μεγάλες και απρόβλεπτες διακοπές. Αποτέλεσμα : το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τον περνούσα στη γενέτειρα Καστανιά, δίπλα στη Λίμνη Πλαστήρα, η οποία ήταν τότε ένα υπέροχο οροπέδιο και είχε φιλοξενήσει το ιστορικό αντάρτικο αεροδρόμιο της κατοχής. Μία Καστανιά που, αντίθετα με την καταθλιπτική σημερινή ερημιά, έσφυζε από ζωή. Πανελλήνιο κέντρο της εαμικής αντίστασης, η όλη περιοχή, είχε συγκεντρώσει πολιτικές οργανώσεις, αντάρτες, πολυάριθμους ιταλούς στρατιώτες μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το Σεπτέμβριο του 1943, Άγγλους και Αμερικανούς των συμμαχικών αποστολών, ακόμα και Ρώσους που ήταν αιχμάλωτοι των Γερμανών και είχαν δραπετεύσει. Δίπλα στο σπίτι μας υπήρχε αντιστασιακό ραδιόφωνο που έπιανε θαυμάσια Λονδίνο και είχε συνεχή πληροφόρηση από τα διάφορα μέτωπα του πολέμου : συμμαχική απόβαση στην Ιταλία, μετά στη Γαλλία, προέλαση των συμμαχικών στρατευμάτων προς Γερμανία, γιγαντομαχίες στο ανατολικό μέτωπο, κυρίως στο Στάλινγκραντ, στον Ειρηνικό με την Ιαπωνία, αντίσταση στη Γαλλία, στη Γιουγκοσλαβία, κ.α. Κάποιος συνέθετε δελτίο ειδήσεων κάθε μέρα και το διαβάζαμε ο αδερφός μου Ζάχος κι’εγώ, με τον τηλεβόα από το κωδωνοστάσιο. Τραυματίες αντάρτες μας έφερναν στην Καστανιά και τους μεταφέραμε σε γειτονικά χωριά όπου υπήρχε πρόχειρο νοσοκομείο. Θυμάμαι έναν δεκαοχτάχρονο που είχε ένα βλήμα στο γλουτό. Ήταν ο μεγαλύτερος αδερφός συμμαθητή μου στο Γυμνάσιο. Οι καταιγιστικές εξελίξεις και τα συνταρακτικά γεγονότα δεν άφηναν περιθώριο για πλήξη.
Επειδή διάβασμα για το σχολείο δεν υπήρχε, διάβαζα ότι άλλο έπεφτε στα χέρια μου. Και υπήρχε άφθονο υλικό. Στο σπίτι του Πάνου Κόγια στην Καστανιά είχε εγκατασταθεί το «κέντρο διεκπεραίωσης εντύπου υλικού», που παρήγαν οι εαμικές οργανώσεις. Είχαν, βέβαια, σχεδόν όλα τα δημοσιεύματα προπαγανδιστικό χαρακτήρα. Χρήσιμα πάντως αν τα αξιολογούσες και τα έκρινες.
Μία μέρα, έπεσε στα χέρια μου ένα φυλλάδιο αφιερωμένο στην αρχαία Ελλάδα. Το διάβασα με ενδιαφέρον και διαπίστωσα ότι εστίαζε στη δουλεία που επικρατούσε σε όλες τις πόλεις-κράτη της αρχαίας Ελλάδας. Θυμάμαι ότι άρχιζε με τη φράση : «Η αρχαία Ελλάδα ήταν μία χώρα δουλοχτητική». Μάταια έψαξα για Μαραθώνα, Σαλαμίνα, Πλαταιές και Θερμοπύλες. Δεν υπήρχε τίποτα για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, που έλαμψε και φώτισε την οικουμένη.
Φαίνεται ότι οι συντάκτες του φυλλαδίου αγνοούσαν, ή ήθελαν να αγνοούν, τι αισθανόταν, τι πίστευε και τι είχε να πει για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό ο εμπνευστής της κομμουνιστικής ιδεολογίας Καρλ Μαρξ. Όσο περίεργο κι αν φαίνεται, οι μαρξιστές αγνοούν ή ηθελημένα αποφεύγουν να αναφερθούν στο μεγάλο θαυμασμό που εξέφραζε σε όλη του τη ζωή για τον αρχαίο πολιτισμό μας ο σπουδαίος κοινωνικός και οικονομικός αναλυτής. Αγνοούν την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διατριβή του Μαρξ πάνω στην αρχαία φιλοσοφία. Αναφέρονται μόνο σε ορισμένα βιβλία του όπως το Κεφάλαιο, το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, η Υπεραξία, κ.α. Ο τίτλος της εν λόγω διατριβής είναι «Διαφορά μεταξύ της δημοκρίτειας και της επικούρειας φυσικής φιλοσοφίας». Με τη διατριβή αυτή, ο Μαρξ αναγορεύθηκε «διδάκτωρ της φιλοσοφίας» στο Πανεπιστήμιο της Ιένας το 1841. . Η εκτίμηση και ο θαυμασμός του προς το αρχαίο ελληνικό πνεύμα εκφράζονται με την εξής εντυπωσιακή φράση, που είναι η καταληκτήρια της διατριβής : «Οι Έλληνες θα μείνουν αιώνια οι δάσκαλοί μας, χάριν αυτής της μεγαλειώδους αντικειμενικής αφέλειας που αφήνει κάθε πράγμα να λάμψει δίχως ντύματα».
Αντίθετα προς τον Μαρξ, υπήρχε μία αποστροφή του ΚΚΕ για την αρχαία Ελλάδα και τις αρχαιοελληνικές μας ρίζες. Χρειάστηκε να περάσουν μερικές δεκαετίες για να διαβάσω το βιβλίο του, διατελέσαντος Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ, Γρηγόρη Φαράκου, «Εμφύλιος πόλεμος, μαρτυρίες και στοχασμοί» (σ.113) ότι το Δεκέμβριο του 1953 συνήλθε η 4η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος και ενέκρινε το «Σχέδιο Προγράμματος του ΚΚΕ». Με το σχέδιο αυτό, μεταξύ άλλων, αμφισβητούνταν η συνέχεια της σύγχρονης με την αρχαία Ελλάδα. Σε κάποια σύσκεψη, ο Γρηγόρης Φαράκος διατύπωσε την άποψη ότι δεν έπρεπε να αποκοπούμε από τις αρχαιοελληνικές μας ρίζες, για να δεχτεί τους μύδρους του Ζαχαριάδη.
Αυτή η αποστροφή του κατοχικού και εμφυλιοπολεμικού ΚΚΕ προς τις αρχαιοελληνικές μας ρίζες απορρέει από μία διεθνιστική – Λενινιστική αντίληψη της κομμουνιστικής ιδεολογίας. Αντίληψη που φαίνεται ότι έχουν κληρονομήσει πιστά οι σημερινοί ιδεολογικοί τους απόγονοι. Και την εκφράζουν με αρνητική, σχεδόν εχθρική συμπεριφορά εναντίον της διδασκαλίας των Αρχαίων στα σχολεία.