AChecker validation success

Η ΖΩΗ ΕΝΟΣ ΕΦΗΒΟΥ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

Παραμερίζοντας τις φρικτές μνήμες από την επάρατο εχθρική κατοχή, συγκρατώ και αναπολώ με νοσταλγία τις αλησμόνητες περιπέτειες που έζησα ως έφηβος την ίδια περίοδο στη γενέτειρά μου Καστανιά Αγράφων. Σκαρφαλωμένη στην πλαγιά ενός πανέμορφου βουνού, η Καστανιά είναι ευλογημένη από τη φύση. Με πλούσια βλάστηση και πολλά τρεχούμενα νερά, πλαισιώνεται στο το πάνω μέρος από ένα πυκνό παρθένο ελατόδασος και στο κάτω μέρος από ένα υπέροχο καστανόδασος.

 

Επί τουρκοκρατίας, υπήρξε η έδρα του αρχιαρματωλού των Αγράφων, Γιώργου Καραϊσκάκη, του αργότερα θρυλικού στρατάρχη της Ρούμελης. Κατακτητής ποτέ δεν εγκαταστάθηκε στο χωριό, ούτε επί τουρκοκρατίας, ούτε επί ιταλογερμανικής κατοχής. Δύο μεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των ανταρτών έγιναν πρώτα από τους Ιταλούς και έπειτα από τους Γερμανούς. Όλα σχεδόν τα χωριά γύρω από το υψίπεδο της Νεβρόπολης, το οποίο, σήμερα καλύπτεται από τα νερά της Λίμνης Πλαστήρα, πυρπολήθηκαν. Η Καστανιά έμεινε αλώβητη.

 

Στην περίοδο από το φθινόπωρο του 1942 που εμφανίστηκαν οι πρώτοι αντάρτες στ’Άγραφα μέχρι την απελευθέρωση, το Σεπτέμβρη του 1944, τα σχολεία ελάχιστα λειτουργούσαν. Τον περισσότερο καιρό λοιπόν βρισκόμαστε στην γενέτειρα Καστανιά, Απεριόριστος ο χρόνος και ο χώρος για παιχνίδια. Παίζαμε με τις ώρες αναπνέοντας το ζωογόνο αέρα του βουνού. Εκεί το βλέμμα μπορεί να διεισδύει άνετα στο βάθος του ορίζοντα . Να πιάνει τις ατέλειωτες οροσειρές των Αγράφων από τη μια μεριά και την απεραντοσύνη του Θεσσαλικού κάμπου από την άλλη, με τις χιονισμένες κορυφές του Ολύμπου να λαμπιρίζουν στο βάθος.

 

Πώς να συγκρίνει κανείς αυτή την ανέμελη ζωή μέσα σ’ένα ιδανικό περιβάλλον με τη ζωή των σημερινών εφήβων στις πόλεις και ιδιαίτερα στην πρωτεύουσα ; Καταπιεσμένα τα παιδιά με ατέλειωτες ώρες στα θρανία, στο σχολείο και στα φροντιστήρια. Από νωρίς πρέπει να ετοιμάζονται για την εισαγωγή στα ΑΕΙ, διακατεχόμενα από ένα συνεχές άγχος. Υποχρεωτική και η εκμάθηση ξένων γλωσσών. Πότε και πού να παίξουν τα παιδιά ; Ο ορίζοντάς τους είναι το τσιμέντο των απέναντι πολυκατοικιών και το δάσος των κεραιών της τηλεόρασης. Ο αέρας που αναπνέουν μολυσμένος, γεμάτος ρύπους και βλαβερά μικροσωματίδια . Τι κι’αν έχουν γενναίο χαρτζιλίκι και ρούχα σινιέ ; Τα λυπάμαι αυτά τα παιδιά και αισθάνομαι ευτυχής για τα αξέχαστα χρόνια της ξενοιασιάς που έζησα ως έφηβος.

 

Θα πρέπει εδώ να σημειώσω ότι και η συμμετοχή μας στην αντιστασιακές δραστηριότητες δεν ήταν για μας παρά ένα παιχνίδι. Τραγούδια, χοροί, θέατρο . Είχαμε βέβαια και καθήκοντα αλλά κι’αυτά διασκεδαστικά. Ανεβαίναμε, παραδείγματος χάριν στο κωδωνοστάσιο για να εκφωνήσουμε με τον τηλεβόα τα δελτία ειδήσεων που έβγαιναν από το ραδιόφωνο. Έτσι μαθαίναμε τις εξελίξεις στα μέτωπα του πολέμου μεταξύ των συμμάχων μας και των δυνάμεων του άξονα. Στην Αφρική, στην Ιταλία, στην Γαλλία, στην Ρωσία, στον Ειρηνικό. Ενδιαφέρον επίσης είχαν οι ειδήσεις για την αντιστασιακές δραστηριότητες στην Γαλλία με τους «ΜΑΚΙ», στην Γιουγκοσλαβία με τον Τίτο και, βέβαια, στην Ελλάδα. Ο καταιγισμός των εξελίξεων και τα συνταρακτικά γεγονότα που διαδέχονταν το ένα το άλλο δεν άφηναν περιθώρια για πλήξη. Μερικές φορές μας ανέθεταν καθήκοντα συνδέσμου και πηγαίναμε με τα πόδια στα γειτονικά χωριά για να μεταφέρουμε μηνύματα. Ακόμα βοηθούσαμε και στην μεταφορά τραυματιών ανταρτών.

Παράλληλα με τα ομαδικά παιχνίδια, είχα προσωπικά αναπτύξει δύο παθιασμένα χόμπυ : Τα όπλα και τα άλογα του ιππικού των ανταρτών. Η ικανοποίηση και των δύο ήταν παράνομη και απαιτούσε τόλμη. Και, φυσικά, εμπεριείχε κινδύνους. Η διοίκηση των ανταρτών είχε απαγορεύσει τους άσκοπους πυροβολισμούς επί ποινή παραπομπής στο ανταρτοδικείο. Ούτε βέβαια τα άλογα των ανταρτών ιππικού ήταν διαθέσιμα για περιπάτους από ανεύθυνους εφήβους. Αυτά όμως δεν μπορούσε να εμποδίσουν έναν παθιασμένο έφηβο να ικανοποιήσει το πάθος του. Προϋπόθεση για την ικανοποίηση του πρώτου πάθους, ήταν η απόκτηση όπλου και φυσιγγιών. Στην Καστανιά, όπως και σ’όλα τα χωριά, υπήρχε ο εφεδρικός ΕΛΑΣ. Κατά καλή μου τύχη, ο έφεδρος ελασίτης Αντώνης φλερτάριζε την οικιακή βοηθό μας και είχε σοβαρό λόγο να τάχει καλά μαζί μου. Την παντρεύτηκε τελικά και έφυγαν από τη ζωή και οι δύο αφού απέκτησαν παιδιά και εγγόνια. Παρά τον κίνδυνο που διέτρεχε ο Αντώνης, μου δάνεισε το όπλο του, μια ιταλική αραβίδα. Μου έδωσε και μερικά φυσίγγια. Τρελός από χαρά, έσπευσα στο αγαπημένο μου καστανόδασος και έριξα όλα τα φυσίγγια στα πουλιά, χωρίς όμως να πετύχω κανένα. Ήταν δύσκολο να ζητήσω κι’άλλα φυσίγγια από τον Αντώνη. Κάποιος όμως μου σφύριξε ότι στο οστεοφυλάκιο του νεκροταφείου, μέσα σ’ένα σωρό από κρανία, ήταν κρυμμένο ένα κιβώτιο με φυσίγγια. Σε μικρότερη ηλικία, είχα δει από την πόρτα του οστεοφυλακίου το σωρό με τις νεκροκεφαλές και είχα πάρει τέτοια τρομάρα που δεν πλησίαζα πλέον το νεκροταφείο. Προσπαθούσα να περάσω όσο μπορούσα πιο μακριά απ’αυτό το εφιαλτικό μέρος. Τώρα, όμως, το κίνητρο ήταν πολύ ισχυρό και έπρεπε να βρεθεί τρόπος ν’αποκτήσω τα πολυπόθητα φυσίγγια. Δεν μπορούσα βέβαια να διεξαγάγω την επιχείρηση μέρα μεσημέρι, ούτε μόνος. Έπρεπε κάποιος να κρατάει τσίλιες. Επέλεξα, φυσικά, σαν σύντροφο τον ξάδερφό μου Στέφο Ζαχαρό με τον οποίο είχαμε προβεί και σε άλλες παράτολμες ενέργειες . Ο Στέφος, δυό τρία χρόνια μεγαλύτερός μου, εκτός του ότι ήταν πιστός, είχε το προσόν να είναι ο πιο γρηγοροπόδαρος του χωριού. Ήταν περιζήτητος όταν συγκροτούσαμε ομάδες για παιχνίδια που απαιτούσαν γρήγορο τρέξιμο, όπως η «γιαλάκα». Όποια ομάδα έπαιρνε μαζί της το Στέφο, είχε εξασφαλισμένη τη νίκη. Ήταν προς το τέλος του 1943. Μια αφέγγαρη σκοτεινή νύχτα, ξεκινήσαμε λοιπόν για την παράνομη επιχείρηση, κρατώντας ένα κλεφτοφάναρο. Ανοίξαμε την πόρτα του οστεοφυλακίου χωρίς δυσκολία. Ο Στέφος έπιασε μια θέση σκοπού. Είχαμε συμφωνήσει να σφυρίξει τρεις φορές αν έβλεπε κάποιον να πλησιάζει. Άναψα το κλεφτοφάναρο αφού πρώτα μπήκα και έκλεισα την πόρτα για να μην δώσουμε στόχο. Αντίκρισα στο βάθος τα κρανία να λαμπιρίζουν στο φως. Για μια στιγμή είχα την εντύπωση πως με κοίταζαν θυμωμένα, επειδή, αναίτια, διατάραξα την αιώνια γαλήνη τους. Κατέβηκα τα σκαλιά και, ενώ με το ένα χέρι κρατούσα το φανάρι, με το άλλο παραμέριζα τα κρανία. Ώσπου το χέρι μου ακούμπησε σε μια μεταλλική επιφάνεια. Συνεχίζοντας να απομακρύνω τα κρανία, βρέθηκα μπροστά σε ένα μεταλλικό κιβώτιο του Ιταλικού στρατού απ’αυτά που οι αντάρτες είχαν λαφυραγωγήσει από τη μεραρχία Πινερόλο μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το Σεπτέμβριο του 1943. Ήταν γεμάτη φυσίγγια. Γέμισα γρήγορα τις τσέπες με πολλές δεσμίδες. Στη συνέχεια, τοποθέτησα με προσοχή τα κρανία στην αρχική τους θέση ώστε να μη φανεί ότι υπήρξε επέμβαση και έκανα την ηρωική μου έξοδο ανεβαίνοντας δυο-δυο τα σκαλιά. Έσβησα το φανάρι πριν ανοίξω την πόρτα και βγήκα. Ήρθε τρεχάτος ο Στέφος, κλείσαμε την πόρτα και φύγαμε χαρούμενοι και υπερήφανοι για το απόκτημά μας. Πριν επιστρέψουμε στα σπίτια μας κρύψαμε τις δεσμίδες σε ασφαλές μέρος. Πρωί-πρωί την επομένη, αναζητήσαμε τις δεσμίδες μας και τρέξαμε στο καστανοδάσος. Με τον πρώτο πυροβολισμό πέτυχα ένα πουλί στα τριάντα μέτρα. Ο ενθουσιασμός μου για την πρωτοφανή αυτή επιτυχία δεν κράτησε πολύ. Δυστυχώς, η επιτυχία αυτή δεν ήταν αποτέλεσμα της σκοπευτικής μου δεινότητας. Ήταν καθαρό θέμα τύχης. Παρά τους πολλούς πυροβολισμούς, κανένα άλλο πουλί δεν υπέφερε από μένα. Ήμουν υποχρεωμένος να παραδεχτώ ότι η σκοποβολή δεν περιλαμβανόταν μεταξύ των ταλέντων μου. Με τους πυροβολισμούς, τα πουλιά πέταξαν μακριά και έτσι περιοριστήκαμε να σημαδεύουμε κάποιο κλαδί. Η παντελής έλλειψη πείρας και πρόνοιας, κατέστησε τους πυροβολισμούς αυτούς επικίνδυνους. Θα μπορούσαν να αποβούν και μοιραίοι. Οι κόρες του Κώστα Κορδάτου, επιστρέφοντας από το χωράφι, είπαν στους συγχωριανούς ότι άκουσαν πολλούς πυροβολισμούς και δυο-τρεις σφαίρες σφύριξαν πάνω από τα κεφάλια τους. Όταν σουρούπωσε, είχαμε εξαντλήσει τα πυρομαχικά μας. Κράτησα μόνο μια δεσμίδα. Στην επιστροφή έριξα την ιδέα να προκαλέσουμε το κατεστημένο που απαγόρευε τους πυροβολισμούς. Και κατεστημένο ήταν βέβαια οι αντάρτες οι οποίοι είχαν στρατοπεδεύσει στο Σχολείο του χωριού. Η ιδέα έγινε δεκτή ενθουσιωδώς από τον Στέφο. Είχε ήδη νυχτώσει για τα καλά όταν πλησιάσαμε στο χωριό. Ο Στέφος έκρυψε την κοντή αραβίδα κάτω από ένα μακρύ παλτό που φορούσε και, χωρίς να μας δει κανένας, φθάσαμε στο Σχολείο. Το σχολείο είναι κτισμένο σε επικλινές έδαφος και από το πίσω μέρος του βλέπουμε στη σκεπή του. Έβαλα την δεσμίδα στο όπλο και έριξα όλες τις σφαίρες τη μια μετά την άλλη πάνω από τη σκεπή. Αμέσως έδωσα το όπλο στο Στέφο ο οποίος εξαφανίστηκε σαν αστραπή μέσα στο σκοτάδι της νύχτας. Εγώ κατέβηκα αμέριμνος στην αυλή του σχολείου και συνάντησα τους αντάρτες που έξαλλοι είχαν βγει και με ρωτούσαν ποιος πυροβολεί. Τους είπα ότι άκουσα τους πυροβολισμούς και υπέθεσα ότι αυτοί πυροβολούσαν. Τον κακό σου τον καιρό είπε κάποιος. Δεν απάντησα και συνέχισα ήσυχα το δρόμο μου για το σπίτι. Με το επεισόδιο αυτό εκτονώθηκε αρκετά το πάθος μου για τα όπλα. Το θυμάμαι κάθε φορά που επισκέπτομαι το νεκροταφείο της Καστανιάς και αντικρίζω το γελαστό πρόσωπο του Στέφου στη φωτογραφία που είναι τοποθετημένη στον τάφο του. Έφυγε πριν λίγα χρόνια ο πιστός σύντροφος των αξέχαστων εφηβικών περιπετειών.

 

Ήταν καιρός πλέον να επιδοθώ στο άλλο πάθος, στα άλογα. Στην Καστανιά, όπως και στα άλλα χωριά, υπήρχε τότε ένας «υπεύθυνος καταλυμάτων» που κανόνιζε πού θα διανυχτερεύσουν οι διερχόμενοι αντιστασιακοί, φροντίζοντας να υπάρχει ακριβοδίκαιη κατανομή της επιβάρυνσης στους κατοίκους.

Σε μας έστελναν τα υψηλόβαθμα στελέχη επειδή το σπίτι μας εθεωρείτο το «αρχοντικό» του χωριού. Οι υψηλοί αυτοί επισκέπτες διέθεταν συνήθως άλογα. Και τα άλογα είχαν ανάγκη από πότισμα. Και υπήρχε πρόθυμος εθελοντής γι’αυτό. Μόνο που το πότισμα διαρκούσε πολύ περισσότερο από το αναγκαίο. Κατά συνέπεια, όλοι ήταν ικανοποιημένοι. Τα άλογα ήταν ιταλικά του Συντάγματος Ιππικού της Αόστης το οποίο είχαν αφοπλίσει οι αντάρτες. Τα περισσότερα απ’αυτά είχαν ενισχύσει την περίφημη ταξιαρχία Ιππικού που αλώνιζε τον κάμπο της Θεσσαλίας. Ο πιο τακτικός επισκέπτης μας ήταν ο Άλκης Ζούκας. Εκείνος δεν περίμενε να του ορίσουν το σπίτι μας για κατάλυμα. Ερχόταν κατ’αυθείαν με το θάρρος της φιλίας που είχε με τον αδερφό μου αντάρτη ανθυπολοχαγό Γιώργο με τον οποίο είχαν συνυπηρετήσει στο συγκρότημα του Αγραφιώτη. Ο Άλκης ήταν Πολιτικός Υπομηχανικός (του Μικρού Πολυτεχνείου), έφεδρος υπολοχαγός πυροβολικού στην Αλβανία και στέλεχος του ΕΛΑΣ στην κατοχή. Ήταν ομιλητικότατος και μας διηγόταν επί ώρες ιστορίες από τον πόλεμο της Αλβανίας και όχι μόνο. Ερχόταν μ’ένα υπέροχο ψαρί άλογο, τον Τόμη. Για τις βόλτες με τον Τόμη δεν χρειαζόταν το πρόσχημα του ποτίσματος. Οι βόλτες διαρκούσαν όσες ώρες ήταν διαθέσιμος ο Τόμης. Ώσπου μια μέρα, επιστρέφοντας από μια μακρά διαδρομή, μπήκαμε με καλπασμό, λόγω κεκτημένης ταχύτητας, μέσα στα στενά δρομάκια του χωριού. Μια ανυποψίαστη γουρούνα βρέθηκε στο δρόμο μας. Δεν πρόλαβα να χαλιναγωγήσω τον Τόμη και την τσαλαπάτησε μέχρι θανάτου. Η καημένη ήταν και έγκυος. Με το δίκιο του ο ιδιοκτήτης έβαλε τις φωνές. Σώπασε μόνο όταν έλαβε μια δίκαιη αποζημίωση από τον πατέρα μου. Ήταν καιρός πλέον να βάλει τις φωνές και ο πατέρας μου επιβάλλοντας περιορισμούς στις ιππευτικές μου δραστηριότητες. Αυτό, βέβαια, δεν κατασίγασε το πάθος μου για τα άλογα. Απλώς υπήρξε μια αναστολή.

Συνάντησα τον Άλκη Ζούκα στην Αθήνα την δεκαετία του εξήντα. Διατηρούσα, τότε, ένα γραφείο Πολιτικού Μηχανικού στην Πανεπιστημίου 64. Ο Άλκης προσπαθούσε να επιβιώσει με μελέτες και επιβλέψεις μικρών κτιριακών έργων. ‘Ως Υπομηχανικός είχε περιορισμένα επαγγελματικά δικαιώματα, και, ως εκτούτου, είχε πολλές φορές ανάγκη κάλυψης από Πολιτικό Μηχανικό του ΕΜΠ. Δεν γνωρίζω πώς με ανακάλυψε και με επισκέφθηκε ζητώντας την βοήθειά μου. Έβαλα μερικές φορές την υπογραφή και τη σφραγίδα μου σε μελέτες του ‘Αλκη, μετά από σχετικό έλεγχο.

Και το έκανα ευχαρίστως και αφιλοκερδώς σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις υπέροχες βόλτες με τον Τόμη που μου είχε προσφέρει στην κατοχή.

Ο περιορισμός του χώρου δεν επιτρέπει να παρουσιάσω τις νέες ιππευτικές περιπέτειες που έλαβαν χώρα λίγο αργότερα στα κακοτράχαλα μονοπάτια των Αγράφων. Η τελευταία, ιδιαίτερα τολμηρή, υπήρξε μοιραία για το άλογο και παραλίγο και για τον αναβάτη. Συνέπεια : η λαχτάρα για την ιππασία κόπηκε με το μαχαίρι. Ο ατίθασος έφηβος άρχισε να φρονιμεύει.

 

 

Άγγελος Ζαχαρόπουλος

Επίτιμος Διευθυντής Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Επίτιμος Διδάκτωρ του Γεωπονικού Πανεπιστημίου

πρ. Γενικός Διευθυντής Υπουργείου Γεωργίας – Μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ