Η τιμία Κάρα του, ιερόν φυλακτήριον, στην Καστανιά των Αγράφων.
Της Αθηνάς Κ. Ζαχαρού-Λουτράρη
Η Καστανιά έχει τη μεγάλη ευλογία να φυλάσσει μέρος της τιμίας Κάρας του Αγίου Τρύφωνος. Όπως αναλυτικά εκθέτει στο βιβλίο του ο Γ. Κλήμος (Ιστορικά στοιχεία Καστανιάς και Μούχας Αγράφων, Καρδίτσα 2010, σελ. 307-322), με βάση τα επίσημα έγγραφα που συγκέντρωσε και την προφορική παράδοση, ευσεβείς κάτοικοι την αγόρασαν από ληστές στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και την εναπόθεσαν στο κατεστραμμένο σήμερα Μοναστήρι του Αγίου Τρύφωνος της Μούχας, απ’ όπου μεταφέρθηκε στην εκκλησία της Καστανιάς.
Προστάτης Άγιος του τόπου ο Άγιος Τρύφωνας, τιμάται με μεγάλη ευλάβεια, σεβασμό και πίστη από τους κατοίκους και, πέρα από τη στήριξη και τη βοήθεια όσων στις προσευχές τους επικαλούνται τη Χάρη του, έκανε πολλά θαύματα στην περιοχή σε περιόδους λειψυδρίας και επιδρομής ακρίδων.
Ο Άγιος Μεγαλομάρτυρας Τρύφων έζησε το πρώτο μισό του 3ου αιώνα στη Λάμψακο της Φρυγίας, πόλη της Μικράς Ασίας στα παράλια του Ελλήσποντου. Καταγόταν από φτωχούς ευσεβείς γονείς και από μικρός μελετούσε το θείο λόγο και διέδιδε το Ευαγγέλιο του Χριστού. Ο Θεός τον προίκισε με ιδιαίτερα χαρίσματα και τη δύναμη να θεραπεύει αρρώστιες και να καταπολεμά τα δαιμόνια, γι’ αυτό αποκαλείται ιαματικός και συγκαταλέγεται στους Αναργύρους. Θεωρείται ο προστάτης των γεωργών και ο Άγιος που διώχνει τις ασθένειες των αγρών, των αμπελώνων και των κήπων. Στα θαύματά του περιλαμβάνεται η θεραπεία της κόρης του αυτοκράτορα Γορδιανού (238-244 μ.Χ.), η οποία βασανιζόταν από τον ίδιο τον δαίμονα. Στο μεγάλο διωγμό που εξαπέλυσε ο Δέκιος (249-251) παρουσιάστηκε στον έπαρχο της Ανατολής, τον Ακυλίνο, και ομολόγησε την πίστη του. Αρνήθηκε όλες τις δελεαστικές του προτάσεις και υποβλήθηκε σε φριχτά βασανιστήρια, τα οποία υπέμεινε με ακλόνητη σταθερότητα στην πίστη του προς τον αληθινό Θεό, που τον στήριξε στα μαρτύρια και έστειλε ένα λαμπερό στεφάνι πάνω από το κεφάλι του. Παρέδωσε το πνεύμα του λίγο πριν τη διαταγή του άρχοντα να τον αποκεφαλίσουν. Οι Χριστιανοί παρέλαβαν το τίμιο λείψανο του Μάρτυρα και το απέστειλαν, κατά την επιθυμία του, στη γενέτειρά του, τη Λάμψακο.
Για το βίο και τα θαύματά του, εκτός από τα εκκλησιαστικά βιβλία, η έρευνα στο διαδίκτυο απέδωσε πλούσιες πληροφορίες (ιδιαίτερα από τη Μονή Ξενοφώντος στο Άγιο Όρος, όπου υπάρχει τμήμα της Αγίας κάρας και οι μοναχοί έχουν καταγράψει πολλά Θαυμαστὰ Διηγήματα).
Ο δημοσιευμένος κατάλογος των τόπων όπου βρίσκονται λείψανα του Αγίου Τρύφωνος είναι μακροσκελής, αλλά παραδόξως απουσιάζει παντελώς από αυτούς η αναφορά στην τιμία Κάρα της Καστανιάς.
(http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/agiologion/agios_martys_tryfwn.htm)
Σε όλο το χριστιανικό κόσμο πολλές εκκλησίες είναι αφιερωμένες στο Άγιο όνομά του. Ήδη τον 6ο αιώνα υπήρχαν δύο βασιλικές στην Κωνσταντινούπολη. Ο Άγιος Τρύφωνας είναι προστάτης της Μόσχας και τιμάται επίσης ιδιαίτερα στη Δύση (στο Κότορ του Μαυροβουνίου υπάρχει μεγάλη βασιλική).
Στην εικονογραφία παρουσιάζεται νεαρός, όπως ήταν όταν μαρτύρησε, να κρατάει το Σταυρό στο δεξί του χέρι και συνήθως ένα κλαδί ή ένα γεωργικό εργαλείο στο αριστερό.
Το όνομά του Αγίου Τρύφωνος φέρει ο νεοσύστατος πολιτιστικός σύλλογος της περιοχής μας («ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΣΤΑΝΙΑΣ-ΜΟΥΧΑΣ ''Ο ΑΓΙΟΣ ΤΡΥΦΩΝ''») και θεωρούμε ωφέλιμο να παρουσιάσουμε το βίο του Αγίου, για να γνωρίσουν οι νεότεροι και να θυμηθούν οι παλαιότεροι, που τους περασμένους καλούς καιρούς στην κατάμεστη εκκλησία μας κάθε χρόνο στην πανηγυρική λειτουργία της 1ης Φεβρουαρίου, ημέρα της μνήμης του, επίσημης τοπικής αργίας, στο θείο κήρυγμα γινόταν η αναφορά στη ζωή και τα θαύματά του.
Το βίο του Αγίου Τρύφωνος συνέγραψε ο Άγιος Συμεών λογοθέτης, ο μεταφραστής, τον 10ο αιώνα, με βάση όσα είχαν γραφεί ως τότε. Συμπεριλαμβάνεται στην Ελληνική Πατρολογία (J. P. Migne P.G., τόμος 114, Paris 1857. Ελλ. Έκδ. Αθήνα 1994, σελ. 1311-1328) και ολόκληρο το κείμενο ακολουθεί σε νεοελληνική απόδοση.
Συμεών τοῦ Μεταφραστοῦ,
Μαρτύριον τοῦ Ἁγίου μεγαλομάρτυρος Τρύφωνος
Α΄. Μετά την ενανθρώπιση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, την εκ νεκρών τριήμερο ανάσταση και την ένδοξη ανάληψη προς τον Πατέρα, με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στους μαθητές και αποστόλους, κηρύχτηκε το Ιερό Ευαγγέλιο σε όλη τη γη και όσοι μετείχαν σ’ αυτή τη δωρεά απαλλάχτηκαν από το σκότος της αμαθείας και γνώρισαν το φως της θεογνωσίας. Οι Απόστολοι, όπως οι θείες αστραπές, έτρεξαν στα πέρατα της οικουμένης, καθένας στο έθνος που κληρώθηκε με θεία βούληση, και έριξαν τον σπινθήρα της αληθείας, που μεγάλωσε και έγινε περιφανής πυρσός.
Β΄. Έτσι έλαβε την αρχή της η πίστη που έφτασε σε μεγάλη δύναμη. Μετά τους Αποστόλους, οι Άγιοι Μάρτυρες φανέρωσαν τη χριστιανική ευσέβεια. Αφού πήραν από αυτούς τη σπίθα της πίστεως, έγιναν λαμπρότεροι συνεχιστές της χριστιανικής ευσέβειας και υπέμειναν με καρτερία τα βασανιστήρια των διωκτών τους, πάσχοντας για το όνομα του Χριστού. Ένας από αυτούς ήταν ο Άγιος Τρύφων, με την επωνυμία της άφθαρτης και θείας τρυφής (του παραδείσου), το ευλογημένο άνθος της Εκκλησίας. Γεννήθηκε στην κώμη Λάμψακο («Κάμψαδος» αναγράφεται) της Φρυγίας (στη Μικρά Ασία) κοντά στην Απάμεια. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς και ο ίδιος, ευσεβέστερος από την πρώτη του ηλικία και εκλεκτό τέκνο του Θεού, αξιώθηκε πλουσίων θείων χαρισμάτων. Με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος θεράπευε διάφορες σωματικές αρρώστιες και μάλιστα είχε μεγάλη εξουσία κατά των δαιμόνων που διασκορπίζονταν και μόνο με το άκουσμα του ονόματος του Τρύφωνος. Έτσι πάγκαλος ήταν η νεότητά του και ο αγώνας του εναντίον των νόσων και των δαιμόνων. Από τα πολλά θαύματα που τέλεσε η αναφορά σε ένα θα αποτελέσει δείγμα για το όλον.
Γ΄. Διακόσια ενενήντα χρόνια μετά το θάνατο του Αυγούστου (14 π.Χ.) ανέλαβε την εξουσία ο Γορδιανός (στο λατινικό κείμενο το έτος είναι 225 και όχι 290, κοντά στο 238, που έγινε αυτοκράτορας ο Γορδιανός), ειδωλολάτρης, που όμως δεν ήταν τόσο εχθρικός στους χριστιανούς όπως οι προηγούμενοι και δεν εξαπέλυσε διωγμό. Είχε μία θυγατέρα μονογενή, διαπρεπή στο κάλλος του σώματος, περικαλλή στην ευφυΐα της ψυχής και στη σύνεση, με πείρα στα γράμματα και στην απόκτηση παιδείας, που οι γονείς της για όλα αυτά πολύ την πρόσεχαν. Και επειδή πολλοί άρχοντες της πόλης ποθούσαν να την πάρουν ως σύζυγο, ο πατέρας της την έκλεισε στα ανάκτορα για να μην τη βλέπουν οι άνθρωποι.
Αλλά για να γνωρίσουν στην πόλη της Ρώμης τον Τρύφωνα ή μάλλον για να δοξαστεί και εκεί ο Δεσπότης Χριστός, δαιμόνιο πονηρό κατέλαβε ξαφνικά την κόρη, την οδήγησε σε ατιμία και καταφρόνηση και προσπαθούσε να τη θανατώσει στη φωτιά και στο νερό. Οι γονείς θλίβονταν υπερβολικά, οι γιατροί δεν μπορούσαν να τη θεραπεύσουν και οι σοφοί απορούσαν. Είχαν τόσο πόνο και λύπη στην καρδιά τους ώστε να θεωρούν το θάνατό της μικρότερο κακό από την φοβερή αρρώστια της. Το πονηρό πνεύμα φώναζε από μέσα της και ομολογούσε αυτόν που είχε τη δύναμη να τον διώξει και να θεραπεύσει την κόρη. Έλεγε ότι δεν εξέρχεται, αν δεν έλθει ο Τρύφων.
Δ΄. Αμέσως ο βασιλιάς έστειλε γράμματα και μηνύματα σε όλη την οικουμένη και ερευνούσε επισταμένως κάθε τόπο, ρωτώντας σε όλες τις γλώσσες για τον Τρύφωνα. Έφτασε η έρευνα μέχρι τη Φρυγία, όπου ζούσε ο Τρύφων στην κώμη Κάμψαδο (Λάμψακο), φροντίζοντας και βόσκοντας χήνες. Ο Τρύφων έμαθε για την αναζήτηση, και αφού παρουσιάστηκε και ομολόγησε ότι ήταν αυτός που ψάχνουν, τον παρέπεμψαν στους υπάρχους Πομπηιανό και Προτεστάτη. Αυτοί τον επιβίβασαν σε δημόσιους ίππους και τον οδήγησαν στη Ρώμη, στον αυτοκράτορα. Ήταν τότε ο Άγιος δεκαεπτά ετών. Ο πονηρός δαίμων αισθάνθηκε τον ερχομό του Αγίου και βασάνισε περισσότερο την κόρη. Φώναζε ολοφυρόμενος ότι δεν τον αφήνει πλέον ο Τρύφων να μένει στο σώμα που έχει ως κατοικία του και σε τρεις μέρες ο Τρύφων, με την εξουσία που έχει κατά των δαιμόνων, θα τον έδιωχνε. Και επειδή δεν μπορούσε να αντικρύσει την παρουσία του Αγίου, εξήλθε από το σώμα της κόρης.
Ε΄. Την τρίτη ημέρα έφτασε ο Άγιος και ο βασιλιάς τον υποδέχτηκε με χαρά και τον τίμησε ως το θεραπευτή της κόρης του. Τον παρακάλεσε όμως, για να δει καλύτερα την αλήθεια, να του φανερώσει οφθαλμοφανώς τον δαίμονα για να του κάνει ερωτήσεις. Ο Άγιος έξι ημέρες νήστευε και προσευχόταν στο Θεό να του δώσει μεγαλύτερη εξουσία κατά των δαιμόνων. Την εβδόμη ημέρα, μόλις ξημέρωσε, συγκεντρώθηκαν όλοι, ο βασιλιάς, οι άρχοντες και οι υπήκοοι, για να δουν το εξαίσιο θαυματούργημα. Ο Άγιος Τρύφων, πλήρης Αγίου Πνεύματος, κάλεσε εν ονόματι του Ιησού Χριστού το ακάθαρτο πνεύμα να φανεί, για να δουν όλοι την ασχημοσύνη και την αδυναμία του. Αμέσως τότε παρουσιάστηκε ένας μαύρος, δύσμορφος σκύλος, που οι οφθαλμοί του ήταν σαν φωτιά και είχε το κεφάλι του σκυμμένο στη γη.
ΣΤ΄. Τον πλησίασε ο Άγιος και τον ρώτησε ποιος είναι αυτός που τον έστειλε. Ποιος του επέτρεψε να εισέλθει στην κόρη και πώς τολμά αυτός ο κάτοχος τόσου ζόφου, ο ασθενής και άτιμος, να ατιμάζει πλάσμα Θεού τίμιο, κατ’ εικόνα του Θεού, και να το βασανίζει. Τότε ο δαίμονας, σαν να τον πλήγωσαν σαν βέλη τα λόγια του Τρύφωνος, αποκρίθηκε ότι τον έστειλε για να βασανίσει την κόρη ο πατέρας του, ο αίτιος όλων των κακών, που ονομάζεται Σατάν. Ο Άγιος τον ρώτησε ποια εξουσία έχει ο άρχοντας της κακίας στα πλάσματα του Θεού και τότε ο δαίμων, με τη μορφή του σκύλου, αν και είναι φιλοψευδής εκ φύσεως και δεν θέλει ποτέ να λέει την αλήθεια, χωρίς να το θέλει, ομολόγησε μπροστά σε όλους όσα ήθελε να κρύβει και να κρατά απόρρητα. Είπε ότι δεν έχουν καμία εξουσία κατά των ευσεβών, όσων πιστεύουν στον Παντοκράτορα Θεό και στον Υιόν του, τον Χριστό, τον οποίο σ’ αυτή την πόλη κήρυξαν λαμπρώς ο Πέτρος και ο Παύλος, και μάλιστα φεύγουν βλέποντας από μακριά τους πιστούς αυτούς. Έχουν εξουσία να βασανίζουν όσους αγαπούν τα έργα τους, δηλαδή την ειδωλολατρία, βλασφημία, μοιχεία, φαρμακεία, φόνους, φθόνους, υπερηφάνειες και όσα κάνουν τους ανθρώπους να χωρίζονται από το Θεό και να πάνε μαζί τους. Αυτά ακούγοντας ο βασιλιάς και οι παρευρισκόμενοι, θαύμασαν και φοβήθηκαν, πολλοί πίστεψαν στο Χριστό και οι πιστοί ενισχύθηκαν με τη μαρτυρία για την πίστη τους από τον πονηρό δαίμονα, τον εχθρό, που έγινε άφαντος.
Ζ΄. Ο Καίσαρ θαύμασε τον Τρύφωνα που είχε τόση μεγάλη δύναμη κατά των δαιμόνων και, αφού τον τίμησε όπως έπρεπε με πολλές τιμές και δωρεές, τον έστειλε στην πατρίδα του. Όλα όμως όσα του έδωσε τα μοίρασε καθ’ οδόν στους φτωχούς. Όταν έφτασε στην πατρίδα του, επιδόθηκε στα έργα της πίστεως, οδηγώντας στην αλήθεια τους πεπλανημένους και φροντίζοντας όσους έπασχαν.
Μετά το θάνατο του Γορδιανού τα σκήπτρα της βασιλείας πήρε ο ευσεβής Φίλιππος, ο οποίος όμως έζησε λίγο, χάνοντας τη ζωή του στον πόλεμο κατά των Τρωγλοδυτών. Τον διαδέχτηκε ο Δέκιος, σκληρός άντρας, με αναίσχυντη ψυχή, που ευφραινόταν με το αίμα, τις σφαγές και τα βασανιστήρια, και που είχε μεγάλη θέρμη στη λατρεία των ειδώλων και άμετρο μίσος κατά των Χριστιανών. Δεν φρόντιζε τόσο να πολεμά τους εχθρούς του όσο να διώκει τους Χριστιανούς με βέλη, δόρατα και ρομφαία και να βασανίζει τους ευσεβείς με τροχούς, καταπέλτες σιδηρούς όνυχες και κάθε άλλου είδους κολαστήριο, θεωρώντας ότι αυτό είναι σπουδαίο και του προσδίδει μεγάλη δόξα. Ήταν τότε φοβερός ο πόλεμος κατά των Χριστιανών και μεγάλη σκοτοδίνη έφερε στην οικουμένη. Πολλοί, μη υποφέροντας τα πάνδεινα παιδευτήρια, προσκυνούσαν τα είδωλα, όσοι όμως είχαν ευθύτητα γνώμης και σταθερότητα ψυχής φύλαξαν μέχρι τέλους απαρασάλευτη την πίστη τους και υπομένοντας όλα τα φριχτά βασανιστήρια κέρδισαν την αιώνιο ζωή.
Η΄. Ενώ γίνονταν αυτά και μαινόταν ο διωγμός, κατήγγειλαν στον έπαρχο της Ανατολής, τον Ακυλίνο, ότι κάποιος άνθρωπος από την Απάμεια, γνωστικός και λόγιος, ιατρός στην τέχνη, έχει μεγάλη υπεροψία προς τους άρχοντες και εμπαίζει τους μεγάλους θεούς, ενώ προσκυνά μόνο το Χριστό και εξαπατά πολλούς με αυτές τις καινολογίες. Αμέσως λοιπόν έστειλε γράμματα στους τοπικούς άρχοντες και απειλητικά προστάγματα να παρουσιαστεί όσο το δυνατόν ταχύτερα αυτός ο άνθρωπος. Δεν είναι όμως δυνατόν να είναι αόρατο το λυχνάρι της πίστης ή να κρυφτεί το μύρο. Μόλις άκουσε ο Τρύφωνας ότι τον αναζητούν οι διώκτες του, δεν υποχώρησε στην έρημο, ούτε κατέφυγε στα πυκνά δάση, αλλά όπλισε τον εαυτό του με προσευχές και δεήσεις και εμφανίστηκε με χαρά σε αυτούς που τον αναζητούσαν, οι οποίοι με ευχαρίστηση τον οδήγησαν στον Ακυλίνο, που τότε διέμενε στη Νίκαια. Αφού τον ανέβασαν σε υψηλό βήμα στο κριτήριο, ζήτησε ο έπαρχος να πει το όνομα, την πατρίδα, την τύχη και την πίστη του. Ο Άγιος απάντησε ότι το όνομά του το γήινο είναι Τρύφων και πατρίδα του η κώμη Λάμψακος στην Απάμεια. Όσον αφορά την τύχη, είπε ότι δεν πιστεύουν σ’ αυτή ούτε αναφέρονται, γιατί πιστεύουν ότι κατά την πρόνοια του Θεού και την τάξη γίνονται τα πάντα και ότι τα σύμπαντα κυβερνώνται από τη σοφία του. Για την πίστη του είπε ότι είναι ελεύθερος στην ζωή του και μόνο σε έναν υποτάσσεται, στον Χριστό· ο Χριστός είναι η πίστη, η δόξα και ο στέφανος της καυχήσεώς του.
Θ΄. Ο έπαρχος απάντησε ότι υποθέτει πως δεν θα γνώριζε μέχρι και αυτή την ημέρα τη διαταγή του αυτοκράτορα, η οποία προστάζει να παραδίδεται σε βίαιο θάνατο ο καθένας που δείχνει απείθεια στη λατρεία των θεών. Τον προέτρεψε να πεισθεί στα λόγια του και να φύγει από την απάτη, για να μην υποβάλει τον εαυτό του στη φωτιά και άλλα βασανιστήρια. Ο Άγιος δήλωσε ότι εύχεται να υποστεί τη φωτιά και κάθε άλλο βασανιστήριο για το όνομα του Χριστού και Θεού του και ο έπαρχος τον παρακάλεσε να θυσιάσει στους θεούς, γιατί βλέπει ότι έχει υψηλό φρόνημα και δεν θέλει να πεθάνει με κακό τρόπο. Όμως ο Άγιος Τρύφων αποκρίθηκε ότι το φρόνημά του τότε θα είναι τέλειο, εάν προσφέρει τέλεια και ακέραιη την ομολογία ενώπιον του Θεού και εάν φυλάξει την καλή παρακαταθήκη της πίστεως, χωρίς να την αρνηθεί, προσφέροντας ως αγνή θυσία ολόκληρο τον εαυτό του στον Χριστό. Ο έπαρχος επανέλαβε τις απειλές για τα βασανιστήρια, στις οποίες ο Άγιος αντέτεινε ότι αυτός φοβερίζει με φωτιά, που σβήνει γρήγορα και χάνεται, ενώ ο ίδιος ανταπειλεί με το άσβεστο πυρ της αιωνίου κολάσεως και τον προτρέπει να απομακρυνθεί από τα μάταια και να γνωρίσει τον αληθινό Θεό, για να μην υποστεί το πυρ της κολάσεως και μετανοήσει πικρά για την πλάνη του. Με αυτά πολύ οργίστηκε ο Ακυλίνος και διέταξε να κρεμάσουν τον Τρύφωνα και να τον τρυπούν με σπαθιά.
Ι΄. Μόλις βγήκε η απόφαση, μόνος του ο Άγιος έβγαλε το ιμάτιό του για να δείξει την προθυμία της ψυχής του και παρέδωσε το όμορφο σώμα του στους δημίους. Αυτοί τον κρέμασαν στο ξύλο και αφού του έδεσαν τα χέρια από τους αγκώνες, του έκοβαν με δύναμη τις σάρκες. Έτσι τον σπάθιζαν τρεις ώρες και εκείνος υπέμενε τις πληγές χωρίς να βγάλει καμία φωνή, σαν να έπασχε κάποιος άλλος, ενώ ο έπαρχος τον παρακινούσε να αλλάξει αυτή την άκαιρη ανοησία του και ομολογήσει ότι θα θυσιάσει στους θεούς, αφού όλοι όσοι εναντιώνονται στις βασιλικές διαταγές χάνουν πικρά και βίαια τη ζωή τους. Ο Άγιος Τρύφων αποκρίθηκε ότι όποιος αρνηθεί τον ουράνιο βασιλέα, τον Χριστό, αυτός θα χάσει την αιώνιο ζωή και θα τιμωρείται με άσβεστο πυρ. Ο έπαρχος όμως ισχυρίστηκε ότι ουράνιος βασιλεύς δεν είναι άλλος παρά ο μέγας Ζευς, ο γιος του Κρόνου και της Ρέας, ο πατήρ ανθρώπων και θεών, και όποιος τον αρνείται είναι αδύνατον να ζήσει, γι’ αυτό οφείλει και αυτός να υποταχθεί, για να αξιωθεί να έχει ευχάριστη ζωή. Στα λόγια του ο Άγιος απάντησε ότι όμοιοι με αυτόν να γίνουν όσοι τον πιστεύουν και τον θεωρούν θεό, αυτόν τον γόητα και μιαρό που δεν άφησε καμία ανομία που να μην έχει πράξει. Όταν πέθανε, του έστησαν χρυσούς και αργυρούς ανδριάντες όσοι ποθούσαν τα όμοια με αυτόν αισχρά έργα και τον ονόμασαν θεό για να δικαιολογήσουν τις αναισχυντίες του. Έτσι έπραξαν και για τους άλλους ψευδώνυμους θεούς και αυτή την πλάνη, είπε ο Μάρτυρας, ακολουθείτε και σεις και θέλετε να σέβεστε την άψυχη και κούφια ύλη και να καταφρονείτε τον αληθινό και ζώντα Θεό, ο οποίος στερέωσε τον ουρανό, θεμελίωσε τη γη επί των υδάτων, έπλασε όλη την οικουμένη και κατέστησε κύριο σε αυτή τον άνθρωπο. Βλέποντας ότι τον πλάνησε ο δαίμων και τον παρέσυρε σε πονηρά έργα, ευδόκησε ο Λόγος του Θεού δια της μεγάλης του φιλανθρωπίας και έγινε άνθρωπος, σταυρώθηκε εκουσίως, ετάφη και αναστάς εκ νεκρών ανελήφθη στους ουρανούς και κάθεται στα δεξιά του Θεού, μέχρι με το πλήρωμα του χρόνου να έλθει θεοπρεπώς πάλι στη γη με δύναμη και δόξα, για να κρίνει τον καθένα κατά τις πράξεις του. Αυτός είναι ο Θεός των θεών, ο Βασιλεύς των βασιλέων και ο Κριτής πάντων, ζώντων και νεκρών. Αυτούς που θεωρείτε εσείς θεούς, είπε, είναι μόνον ονόματα, έρημα έργα και ευρήματα πονηρών δαιμόνων, που σας οδηγούν στην απώλεια.